14 Ιαν 2024

η υποθεση των χαμενων κορμιων

Πολυ πρωι, ησυχια μεσα κι εξω απο το γραφειο του φαντασιακου ντετεκτιβ Πιτερ Παν Γλιτς. Τα φαναρια στη διασταυρωση δουλευουν κανονικα, ουτε πλανοδιοι μουσικοι, ουτε οργισμενοι οδηγοι, ουτε μαρσαρισματα και πειραγμενες εξατμισεις, τραπ ραπ και αλλα κραπ. Μονο μια γυναικα που φωναζει. Ντυμενη στα μαυροκόκκινα, μοιαζει με μοναχικη αναρχικη πορεια. Σηκωνει τη γροθια της απειλητικα προς τον ουρανο και φωναζει, ισως βρισιες, σε μιαν αγνωστη γλωσσα, ακαταληπτη. Ο Γλιτς πιανει κανα δυο λεξεις γαλλικες, ισως καποιες ιταλικες, ενα πολλακις επαναλαμβανομενο σπανιολικο puta. Λες να ειναι εσπεραντο ή μηπως ντεσπεραντο, η γλωσσα των απανταχου απελπισμενων; αγουροξυπνημενοι γειτονες με ρομπες, πιζαμες, μαραμενες στυσεις κατω απο ξεχειλωμενα μποξερακια την κανουν χαζι απο τα μπαλκονια. Ομως του Γλιτς το αυτι δεν ιδρωνει, παροτι κοκκινιζει (απο ντροπη συνηθως). Διαβαζει την αυτοβιογραφια ενος λατινοαμερικανου επαναστατη (αρχικως), συγγραφεα (ακολουθως) και τυχοδιωκτη (γενικως) και ακουει εκεινο το ντεμπουτο των Ride και σκεφτεται τρια τουλαχιστον πραγματα ταυτοχρονα (διαπρεπει στο μουλτιθινκινγκ, οχι και τοσο στο μουλτιτασκινγκ, στο δε μουλτιφακινγκ αστο καλυτερα...): σκεφτεται τον φωτογραφο του κυματος στο εξωφυλλο των ride, πιονερο της φωτογραφιας σκειμπορνταδων και σερφερ, ο οποιος υπεστη ενα σκασμο τραυματισμους κατα τη διαρκεια φωτογραφισεων και μπουχτισμενος καποια στιγμη τιναξε τα μυαλα του στον αερα. Σκεφτεται επισης το μισος του για τον φασιστα Σελιν, σε αντιδιαστολη με την αγαπη του για τον λατινοαμερικανο τυχοδιωκτη επαναστατη συγγραφεα, σκεφτεται και την τελευται υποθεση που εχει αναλαβει, που μοιαζει με την υποθεση που ο Μπουκοφσκι ανελαβε στο Παλπ, οταν μια μοιραια γυναικα του ανεθεσε να βρει τον Σελιν. Αντιστοιχα απο τον Γλιτς ζητηθηκε να βρει τα Χαμενα Κορμια, το βιβλιο στο οποιο βασιστηκε η ταινια του Λανθιμου, αλλα στην αρχικη τους εκδοση, με το ωραιο εξωφυλλο, οχι αυτο της νεοτερης εκδοσης με αφορμη την ταινια. Ο Γλιτς αρνηθηκε και με υφος Μπογκαρτ ειπε στη μοιραια γυναικα που ηθελε να του αναθεσει την υποθεση: μωρο μου, δεν αναλαμβανω τετοιες υποθεσεις, που συμβαδιζουν με την τρεχουσα επικαιροτητα, εγω δεν ειμαι εμπορικος ντετεκτιβ, αν θελεις καποιον χιψτερ ντετεκτιβακο της πλακας να σου συστησω τον Πανο Βλαμμενο, που στην τελικη εχει το ψωνιο να γινει ντετεκτιβ βιβλιων, ή τον Πανο Κοιμισμενο που λυνει μυστηρια στον υπνο του, ναι, ισως αυτος που ονειρευεται οπως ρευεται μετα απο κοκακολα να μπορει να βρει τα... - ομως ο Γλιτς δεν τελειωσε ποτε τις σκεψεις του, το τσαι ειχε παγωσει, ο δισκος ειχε τελειωσει κι ενας καυγας (ο πρωτος μιας μερας που μεχρι να τελειωσει θα γραφεται πλεον με βητα ο καβγας) ειχε ξεσπασει στο δρομο εξω απο το γραφειο του Γλιτς, μια γυναικα αποκαλουσε ενα σκυλο ανισσοροπο κι αυτος της απαντουσε με σκυλαδικα, κι ο Γλιτς σκεφτηκε οτ, αν δεν τον λεγανε Παν, αλλα Παν Παν, θα ειχε γραψει την ανισορροπη, οχι ανισοπεδη, ντισκο. 
Κουρασμενος απο το τοσο μουλτιθινκιγκ (πολλησκεψία, να την πουμε κυριε Μπαμπη Νιωτη μου;) ο Γλιτς διαπιστωσε μια αλφα ποιοτικη φθορα στις σκεψεις του και αποκοιμηθηκε. 

27 Σεπ 2023

ΒΙΒΛΙΟΚΡΙΤΙΚΗ; ΟΧΙ! Τον ζύθον ημών τον επιούσιον

Παρότι τη γράφω με γιώτα και όχι με ύψιλον, πράγμα που σύμφωνα με πολλούς συμπότες αλλοιώνει τη γεύση της, πίνω πολλή μπίρα. Η μπίρα από μόνη της είναι ένας καλός λόγος να διαλέξω ένα βιβλίο, όχι ότι διαλέγω ένα βιβλίο υπό την επήρειά της (ντάξει, έχει συμβεί και αυτό) αλλά, να, πώς να μη διαβάσεις ένα βιβλίο με τίτλο “Ο Ιησούς Χριστός έπινε μπίρα” (Αφόνσου Κρουζ, εκδ. Στιγμός);

Πίνω πολλή μπίρα, καθώς προείπα, αλλά αυτό, προφανώς, δεν αρκεί για να με κάνει Χριστό, ούτε καν Αντίχριστο. Ενδεχομένως η μπίρα κι ο παλιοχαρακτήρας μου να με καθιστούν άχρηστο (όπως με φώναζε χαϊδευτικά η μάνα μου), εντούτοις δεν είναι ώρα τώρα για ψυχανάλυση αλλά για σοβαρή βιβλιοκριτική: Το βιβλίο γαμεί, να το διαβάσετε. Κι αυτή είναι όλη κι όλη η εμπεριστατωμένη κριτική μου. Κάπου κάποιο άλλο άτομο μπορεί να γράψει σχετικά κάτι καλύτερο, πιο ολοκληρωμένο, πιο λογοτεχνικό, πιο βαθυστόχαστο, πιο ουσιαστικό.

Το πιθανότερο, βέβαια και δυστυχώς και στην καλυτέρα των περιπτώσεων, είναι κάποιος επώνυμος βιβλιοκριτικός, κάποιο δημοσιογραφικό Χερουβείμ, να αρκεστεί να κάνει κόπυ πέη(στ) την υπόθεση του βιβλίου από το οπισθόφυλλο, που συνιστά θανάσιμο αμάρτημα απ' αυτά που σου διασφαλίζουν μια θέση στην κόλαση μαζί με όσους παίρνουν πολύ σοβαρά τον εαυτό τους.

Εγώ από το ανίερο βήμα αυτό θα αρκεστώ να απευθυνθώ στον καημένο τον Νίκο τον Παραθθύρη, ιερέα στην Κορνουάλη, ο οποίος, σύμφωνα με πρόσφατη είδηση, ακούει τα σχολιανά του ο καημένος από τους πιστούς του, γιατί, αποφάσισε να σερβίρει μπίρα μέσα στον ιερό ναό προκειμένου να προσελκύσει περισσότερο κόσμο στην εκκλησία. Λες και δεν είναι παράδοση οι μοναστηριακές μπίρες, λες και δεν έχει ξανασυμβεί κάτι αντίστοιχο στο Βέλγιο το 2017 (με ένα πρόχειρο γκουγκλάρισμα).

Παπα-Παραθθύρη, κουράγιο φίλε. Κι άμα στα πρήζουν οι πιστοί, αντί για κάνα χωρίο του Ευαγγελίου, διάβασέ τους αυτό από το “Ο Ιησούς Χριστός έπινε μπίρα”:

“Το ποτό που έπιναν στον γεωγραφικό χώρο όπου κατοικούσε ο Χριστός ήταν η μπίρα. Το κρασί ήταν το ποτό των Ρωμαίων, των εισβολέων. Ο Χριστός δεν θα έπινε το ποτό των πλουσίων, αλλά θα έπινε ό,τι και οι φτωχοί, οι πουτάνες, οι αμαρτωλοί. Και αυτό ήταν η μπίρα, ένα λαϊκό σύμβολο”.

Σε περίπτωση που δεν είναι σαφές, να το ξαναπώ: το βιβλίο πολυγαμεί και καραδέρνει. Έχει τα πάντα: φολκλόρ, ψυχολογικά τραύματα, μοναξιές, βουκολικούς έρωτες, θεολογία, επιστήμη, απίθανους χαρακτήρες: στριπτιζουδες, αφρικανούς μάγους, ινδούς μυστικιστές, καθολικούς μαζοχιστές ιερείς που τους αρέσουν τα κωλομπατσάκια, κωλόμπατσους (απαραίτητοι), καουμπόηδες κι ενα ευφάνταστο στα όρια της γελοιότητας σχέδιο μετατροπής ενός πορτογαλικού χωριού σε Αγίους Τόπους. Σκέτη απόλαυση, λέμε.
Αυτό θα πει εμβρίθεια στην κριτική ανάλυση.

ΒΙΒΛΙΟΚΡΙΤΙΚΗ; ΟΧΙ! Αμερικανική αγωγή και οι χαρές της λαθρακρόασης

Ας πούμε είκοσι μέρες πριν, δεν έχει σημασία, στο μπαρ που σερβίρει τα 72 διαφορετικά κοκτέιλ και όπου σαν πεισματάρηδες γεροξούρηδες εγώ κι ο Δ επιμένουμε να πίνουμε μόνο μπίρες.

Καθόμαστε. Ενας ανόρεχτος, ένας ορεξάτος. Πήρε ένα βιβλίο. Μου λέει ποιο. Τον κατακεραυνώνω για την επιλογή του. Καλά ρε μαλάκα, τα εναλλαχτικά μπεστσέλε πας και παίρνεις, τι είσαι ρε κάνας λογοτεχνικός φασαίος, τι είναι φασαίος; με ρωτάει, χίπστερ της λογοτεχνίας ασπούμε, του λέω (ψιλολανθασμένα, δεν έχει σημασία, δεν το ξέρει ότι κάνω λάθος γιατί έτσι με βολεύει, άλλωστε στην εποχή μας όλες οι έννοιες ορίζονται και επανακαθορίζονται κατά το δοκούν και καταπώς μας βολεύει την εκάστοτε στιγμή).

Είμαι απατεώνας. Αλήθεια. Συνηθίζω να μιλάω με πολλή σιγουριά και απαξιωτικά για πράγματα που δεν ξέρω παριστάνοντας τον ειδήμονα. Αλλά μόνο σε πολύ φιλικούς κύκλους (τι κύκλους δηλαδή, οι φίλοι μου είναι λιγότεροι και από τα δάχτυλα που απαιτούνται για να κάνεις το σήμα της νίκης, τέλος πάντων). Ξέρω ότι μπορώ ανά πάσα στιγμή σε αυτόν τον στενό κύκλο να αναθεωρήσω τη γνώμη μου, να την απαρνηθώ, να πω εν ολίγοις ό,τι μου καβλώσει και να μην παρεξηγηθώ. Απορώ γιατί.

Την Αμερικανική Αγωγή του Λέρνερ (εκδ. Δώμα) είχε πάρει ο φίλος. Τον κορόιδεψα τόσο (δεν ξέρω γιατί, ίσως ήταν οι μπίρες, ίσως τα ξηροκάρπια που σίγουρα θα μου προκαλούσαν στομαχόπονο...) που του γάμησα την ανάγνωση.

Δεν του αρέσει το βιβλίο, με ενημέρωσε τις επόμενες μέρες. Εντέλει μου το χάρισε. Δεν με χάλασε.

Το διαβασα. Μου άρεσε πολύ. Δεν έχει σημασία.

Φάστφόργουο τώρα, από τις είκοσι μέρες πριν, στην περασμένη Κυριακή που δευτεροψηφίζαν στον ΣΥΡΙΖΑ. Στο ίδιο μπαρ. Πάλι μπίρες. Ανόρεχτες πολύ.

Τον κατακεραυνώνω: Καλά ρε μαλάκα, γιατί δεν σου άρεσε η Αμερικανική Αγωγή; Πρόκειται περί βιβλιάρας! Φοβερή γραφή, φοβερή πολυπρόσωπη αφήγηση. Και τι εύστοχο σχόλιο περί τραμπισμού ε;

Με κοίταξε σαν (να ήμουν) μαλάκας (είμαι, δεν είναι). Δεν μίλησε. Ή κι αν μίλησε, κι αν δικαιολογήθηκε, κι αν επιχειρηματολόγησε, κι αν με έβρισε, δεν τον άκουσα. Διότι η προσοχή μου ήταν ήδη στραμμένη αλλού.

Περίμενα τα πρώτα αποτελέσματα των εκλογών στο ΣΥΡΙΖΑ, όχι για κανέναν άλλον λόγο, αλλά γιατί ήθελα να δω τις αντιδράσεις της παρέας στο διπλανό τραπέζι, των οποίων τη συζήτηση κρυφάκουγα όταν δεν κατακεραύνωνα τον φίλο μου περί Αμερικανικής Αγωγής (απορώ καμιά φορά γιατί με κάνει παρέα...). Με αρέσει να κρυφακούω, τη βρίσκω, κρυφακούω συχνά, όχι παντα επιτυχημένα, ίσως επειδή έχω τρίχες στα αυτιά.

Είχανε όλοι ψηφίσει. Αυτοί στο διπλανό τραπέζι. Κάποιοι τον ένα, άλλοι την άλλην. Δεν λέω τα ονόματα των δύο υποψηφίων, δεν θέλω να κάνω κλικμπέητ ή να πλακώσουν οι συριζοκαβγάδες εδώ πέρα... Πάντως είχε γίνει εμφανές πως όσοι ψήφισαν αυτόν που εντέλει κέρδισε τον ψήφισαν κυρίως γιατι η άλλη (και οποιοδήποτε απ' τα παλιά στελέχη) δεν μπορεί να κερδίσει τον Μητσοτάκη. Δεν τους ενδιέφερε η Αριστερά, η πολιτική, το πρόγραμμα ή οτιδήποτε άλλο: απλώς πιστεύανε ότι με αυτόν, που τελικά κέρδισε, το κόμμα τους θα επανέλθει στην εξουσία.

Οκ, τίμιο (ασπούμε), σκέφτηκα. Διαφωνώ όμως. Μάλλον. Τι σημασία έχει άλλωστε τι πιστεύω εγώ;
Πληρώσαμε, φύγαμε.

Την άλλη μέρα με πονούσε το στομάχι. Μάλλον από τα ξηροκάρπια.

Διάβασα και αναλύσεις στο ίντερνετ. Συχνά διαβάζω πράγματα στο ίντερνετ χωρίς να με ενδιαφέρουν: ζώδια, γκόσιπ, αθλητικά, στήλες ευζωίας και εσωκομματικές εξελίξεις στον ΣΥΡΙΖΑ.

Πολλές αναλύσεις, επικριτικές προς τον νικητή των εκλογών, κάνανε παραλληλισμούς του νικητή με τον Ντόναλντ Τραμπ, μιλούσαν για τραμπισμό.

Ανάφερα αυτό το γεγονός στον φίλο μου, που δεν του άρεσε η Αμερικανική αγωγή, αυτό το βιβλίο-εύστοχο σχόλιο περί τραμπισμού.

Να μου το φέρεις πίσω το βιβλίο, μ' είπε. Θέλω να το ξαναδιαβάσω.

Ε, τι να κάνω κι εγώ; του το πήγα γιατί πάνω απ' όλα είμαι ένας καλός και στοργικός φίλος.