9 Αυγ 2014

Κατά βάθος λυπάται, μα δεν βλέπει και την ώρα

Χαίρομαι που δεν τον χωράει πια ο τόπος. Χαίρομαι που ήρθε πίσω ολόιδιος, σαν να μην έφυγε ποτέ, εντούτοις αλλαγμένος. Για να παραφράσω τους Στέρεο Νόβα, ένας φίλος εγκατέλειψε αυτή τη χώρα, ήρθε για διακοπές, κατά βάθος λυπάται, μα δεν βλέπει και την ώρα που θα φύγει ξανά. Ξένος εκεί, ξένος πια κι εδώ. Διωγμένος απ' εδώ, και ξένος. Δυο φορές ξένος δηλαδή. Προσπαθώ να καταλάβω πώς μας βλέπει κάθε φορά που έρχεται. Τους περισσότερους στην ίδια -κακή- κατάσταση. Βαλτωμένους. Κάποιους -αρκετούς- σε ακόμη χειρότερη κατάσταση. Κάποιους -λίγους- να το παλεύουν ακόμη. Να κυνηγούν, να βρίσκουν την ευτυχία. Ισως τελικά η ευτυχία να πηγαίνει σε αυτούς που την αξίζουν. Να αξιολογεί κι αυτή. Ισως η ευτυχία να είναι νεοφιλελεύθερη, δεν ξέρω. Μπορεί εμείς οι πολλοί οι βαλτωμένοι να είμαστε ανάξιοί της. Άνευ απαραίτητων προσόντων. “Τα λεφτά δεν φέρνουν την ευτυχία”, μου λες. Μα δεν μιλάω για λεφτά. Μιλάω για αξιοπρέπεια, μιλάω για προοπτική. Να μη σου προκαλεί αηδία η κοινωνία στην οποία ζεις. Ηρθε, χάρηκε αυτά που ήταν δεδομένο ότι θα χαιρόταν, αυτά που χαίρονται ακόμη όσοι έρχονται σε αυτόν τον τόπο, αλλά όχι οι κάτοικοί του, τουλάχιστον όχι όλοι, δηλαδή ήλιο, θάλασσα, ρακή, αλλά μου φάνηκε πως ετούτη τη φορά δεν τον χωρούσε ο τόπος, έμοιαζε να αδημονεί να τελειώσει το διάλειμμα, να επιστρέψει εκεί, έξω, που το ξέρω και το ξέρει, τίποτε δεν είν' εύκολο, δεν είναι ρόδινα τα πράγματα, δεν είν' εύκολα τα πράγματα εκεί έξω. Κι όμως το γεγονός ότι ανυπομονεί να επιστρέψει σε εκείνη την “έξω” πραγματικότητα, τη δική του πλέον πραγματικότητα, αποτελεί περίτρανη απόδειξη ότι εδώ πια, σε μας, ο βίος έγινε αβίωτος.
Και αν κάτι δεν κατάλαβα καλά, να με συγχωρείς ρε φίλε.

1 σχόλιο:

Ανώνυμος είπε...

Δυστυχώς, πολύ καλά κατάλαβες!
Απλά να προσθέσω ότι δυο φορές μας κλέψανε.
Ν.